Δευτέρα, 30 Σεπτεμβρίου 2013 21:09

Αγγλο-ελληνικό λεξικό ιστιοπλοϊκών όρων


 

Abacus = καθρέπτης, παπαδιά, άβακας

 

Aft = προς τα πίσω, προς την πρύμη, πρύμα

 

Aftguy = σκότα του μπαλονόξυλου, γκάης

 

Ahead = προς τα εμπρός, (κίνηση) πρόσω

 

Anchor = άγκυρα (dropanchor, layanchor = φουντάρω άγκυρα)

 

Anchorage = αγκυροβόλιο, αγκυροβολία

 

Anchorwell = στρίτσο

 

Astern = προς τα πίσω, ανάποδα

 

Avast = αγαντάρω, αγάντα

 

Babystay (smallforestay) = μεσοπρότονος, επίδρομος (σε τύπο εξάρτησης masthead)

 

Backstay = επίτονος

 

Backtensioner = εντατήρας του επίτονου

 

Backwash = αντιμάμαλο

 

Backwinding = αντιανέμωση

 

Baleen = μπανέλα

 

Ballast = έρμα

 

Barometer = βαρόμετρο

 

Bay = όρμος

 

Beaching = προσάραξη

 

Beacon = φάρος, αλεώριο

 

Beam = μέγιστο πλάτος σκάφους

 

Beamreach = πλαγιοδρομία

 

Bear = προσανατολίζομαι, κατευθύνομαι

 

Bearaway = ποδίζω (στρέφω αντίθετα προς τον άνεμο)

 

Bearoff = ποδίζω

 

Bearing = διόπτευση

 

Beat = όρτσα

 

Belly = γάστρα

 

Bellyout = (για ιστία) φουσκώνω, γεμίζω αέρα

 

Berth =χώρος ελλιμενισμού, θέση δεσίματος, ρεμέτζο, κουκέτα

 

Berthage = θέση παραβολής σκάφους, τέλη ελλιμενισμού

 

Berthingbow-on = πλωριοδετώ, πλωριοδέτηση

 

Berthingstern-to = πρυμνοδετώ, πρυμνοδέτηση

 

Bilge = σεντίνα (κούτσα)

 

Bimini = η τέντα πάνω από το τιμόνι

 

Binoculars = κιάλια

 

Blast = συριγμός (shortblast = βραχύς συριγμός, prolongedblast = μακρός συριγμός)

 

Block = ράουλο, καρούλι, μακαράς

 

Boardingladder = πασαρέλα

 

Bollard = δέστρα σκάφους

 

Boom = μάτσα

 

BoomVang = πολύσπαστο μάτσας, βέντο της μπούμας (χειριστήριο της μαΐστρας που ελέγχει την γωνία της μάτσας με το κατάρτι)

 

Bottom = βυθός, γάστρα, ύφαλα ή βρεχάμενα

 

Bow = πρώρα, πλώρη, μάσκα, κυρτώνω, λυγίζω

 

Bower = άγκυρα μάσκας

 

Bowroller = ράουλο στην πλώρη από όπου περνάει η καδένα και στέκεται η άγκυρα

 

Bowsprit = μπαστούνι

 

Bowcompass = διαβήτης με μοιρογνωμόνιο

 

Bowroller = ράουλο στην πλώρη του σκάφους από το οποίο διέρχεται η καδένα της άγκυρας κατά την πόντιση και την ανέλκυση της και στο οποίο <<κάθεται>> η άγκυρα μετά την ανάσυρση της  

 

Breakwater = κυματοθραύστης

 

Broach = καπάντισμα, το ανεξέλεγκτο ορτσάρισμα ή πόδισμα του σκάφους με ταυτόχρονη πολύ μεγάλη κλίση και ταλάντωση του

 

Broadreach = λασκάδα, ανοιχτή πλαγιοδρομία

 

Bulkhead = μπουλμές

 

Buoy = σημαντήρας

 

Cabin = καμπίνα

 

Cabinesole = πανιόλα

 

Cabintop = φάλκα

 

Cable = παλαμάρι, συρματόσχοινο, κάβος

 

Camelbackseat = το ανασηκωμένο κάθισμα του τιμονιέρη

 

Cape = ακρωτήριο

 

Catamaran = τύπος σκάφους με δύο κήτη

 

Chain = αλυσίδα

 

Chainplate = ξαρτόριζα

 

Channel = δίαυλος, κανάλι

 

Chartroom (table) = θάλαμος (γραφείο) πλοήγησης

 

Checkstays = βαρδάρια (στα σκάφη τύπου fractional)

 

Cleat = δέστρα, κοτσανέλο

 

Clew = το πρυμνιό πορτούζι των πανιών

 

Closehaul = όρτσα, εγγυτάτη

 

Coast = ακτή

 

Coastline = ακτογραμμή, ακτή

 

Cockpit = χαβούζα, χώρος πηδαλιούχου

 

Coil = ντουκιάζω

 

Compass = πυξίδα

 

compassrose = ανεμολόγιο

 

Cove = ορμίσκος

 

Craft = σκαρί

 

Cunningham = χειριστήριο της μαΐστρας που φερμάρει ή λασκάρει το γραντί

 

Cupshrouds = παταράτσα

 

Current = ρεύμα (θαλάσσης), ρεύμα (ηλεκτρικό)

 

Cutter = τύπος σκάφους με ένα άλμπουρο και δύο τζένοες

 

Deadrun = πρύμα, κατάπρυμα

 

Deck = κατάστρωμα, ‘’κουβέρτα’’

 

Deckmount = η βάση του ιστού

 

Decklight = σπιράγιο, υπερκατασκευή

 

Depth = βάθος

 

Deviation = παρεκτροπή

 

Dinghy = μικρό βοηθητικό σκάφος

 

Disembark = αποβιβάζω, αποβιβάζομαι

 

Displacement = εκτόπισμα

 

Downwind = κατά την φορά του ανέμου

 

Draft = βύθισμα

 

Draught of a ship = βύθισμασκάφους

 

East = ανατολή

 

Ebb = άμπωτη, ρηχία, υποχωρώ

 

Eddies = δίνες

 

Embark = επιβιβάζω, επιβιβάζομαι, μπαρκάρω

 

Eyelet = πορτούζι

 

Fairway = δίαυλος

 

Fairwind = ούριος άνεμος

 

Fallingoff = ποδίζω

 

Fast = δένω, φερμάρω

 

Fend = αγαντάρω, μπαλόνι για την προστασία σκάφους στην προβλήτα

 

Fetch = η έκταση της θάλασσας πάνω στην οποία πνέει ο άνεμος με την ίδια διεύθυνση και ταχύτητα, η απόσταση που πρέπει να διανύσει σκάφος για να ξανοιχτεί.

 

Fieldglasses = κιάλια

 

Fin = πτερύγιο

 

Flag = σημαία

 

Flatteningreef = μίνι μούδα (στην μαΐστρα)

 

Flood = πλημμυρίδα, πλημμύρα

 

Floorboards = πανιόλα

 

Flowerpot = γλάστρα, γάστρα

 

Foldingpropeller = έλικα με αναδιπλούμενα πτερύγια

 

Foghorn = μπουρού

 

Foot = ποδιά

 

Fore = πλώρα

 

Forestay = πρότονος

 

Fractional = τύπος σκάφους sloop στο οποίο ο πρότονος καταλήγει χαμηλότερα από την κορυφή του άλμπουρου

 

Freeboard = έξαλα

 

FullBattened (mainsail) = μαΐστρα στην οποία έχουν τοποθετηθεί μπανέλες σε όλο το μήκος του πανιού (βοηθούν στην διατήρηση καλού σχήματος και στο μη πλατάγισμα του αετού της μεγίστης)

 

Furling = σύστημα τυλίγματος και μαζέματος των πανιών

 

Gangway = πασαρέλα

 

Gennaker = είδος ασύμμετρου μπαλονιού

 

Genoa = τζένοα, είδος μεγάλου φλόκου (επικάλυψη 100% και άνω)

 

Gooseneck = σύστημα που επιτρέπει την κίνηση προς όλες τις κατευθύνσεις από κάποιο συγκεκριμένο σημείο. Συνήθως συνδέει την μάτσα με τον ιστό.

 

Grating = γραδελάδα

 

Groundding = προσάραξη

 

Gulf = κόλπος

 

Gust = ριπή (ανέμου)

 

Guy = σκότα σπινακόξυλου, σοφράνο σκότα του μπαλονιού, σκότα η οποία ρυθμίζει την γωνία του σπινακόξυλου ως προς τον φαινόμενο αέρα

 

Gybejibe)= υποστροφή, τσίμα

 

Halyard = μαντάρι

 

Handrail = ρέλια

 

Harbour = λιμάνι

 

Hatch = χατς, κάσαρο

 

Hausehole = όκκιο

 

Haven = λιμάνι

 

Head = πλώρη, κορυφή πανιού, κεφαλή ιστού

 

Headsails = πανιά πλώρης (τζένοες, φλόκοι)

 

Headstay = πρότονος

 

Headup = ορτσάρω

 

Heel = κουπαστάρω, κουπαστάρισμα

 

Helm = τιμόνι

 

Helmsman = τιμονιέρης, πηδαλιούχος

 

Helmstock = λαγουδέρα

 

Hoist = βιράρω, σηκώνω, ανεβάζω, παλάγκο

 

Hold = κράτει (μηχανή)

 

Hulk = πλωτή αποβάθρα

 

Hull = γάστρα, κύτος

 

In irons = κατάορτσα

 

Intermediate shroud = μαγγιόρο

 

Island = νήσος

 

Islet = νησίδα

 

Jetty = προβλήτα

 

Jib = φλόκος

 

Jib boom = ‘’μπαστούνι’’

 

Jibe ( ή gybe)= υποστροφή, τσίμα

 

Jolly = μικρή λέμβος

 

Keel = καρίνα (ή καρένα ή τροπίδα)

Long keel (heavy keel) = σκάφη με μακριά και βαριά καρίνα

Semi keel = σκάφη με καρίνα μισή σε σχέση με τα long keel

Fin keel = σκάφημεκαρίνασανπτερύγιο (fin)

 

Ketch = τύπος σκάφους με δύο άλμπουρα

 

Knot = κόμβος

 

Lagoon = λιμνοθάλασσα

 

Lane = δίαυλος

 

Lateen = λατίνι, σκάφος με τριγωνικό πανί στηριγμένο πάνω σε αντένα

 

Latitude = γεωγραφικό πλάτος

 

Lazaretto = μπαλαούρο, αποθηκευτικός χώρος υλικών στην πρύμη του σκάφους

 

Leech = ‘’αετός’’

 

Leeward = υπήνεμος, σταβέντο

 

Leeway = γωνία εκπεσμού

 

Life-buoy = σωσίβιο

 

Life-jacket = σωσίβιο περιστήθιο

 

Life-quard = ναυαγοσώστης

 

Liferaft = πνευστή σωσίβια σχεδία

 

Lifewest = σωσίβιο γιλέκο

 

Light = πυρσός

 

Lightbuoy = φωτοσημαντήρας

 

Lighthouse = φάρος

 

Locker = μπαλαούρο, λαζαρέτο

 

Longitude = γεωγραφικό μήκος

 

Lower = μαϊνάρω, μάϊνα, κατεβάζω, χαμηλώνω

 

Luff = γραντί, ορτσάρω, προσάγω

 

Luffup = ορτσάρω

 

Mainboom = μάτσα

 

Mainsail = μεγίστη

 

Mainsheet = σκότα μαΐστρας

 

Mainshroud = παράτονος, παταράτσο

 

Mainstay = στράντζος (μαΐστρας), κύριο στήριγμα

 

Mast = ιστός, άρμπουρο, κατάρτι

 

Masthead = κορυφή ιστού, σκάφος sloop στο οποίο ο πρότονος καταλήγει στην κορυφή του   άλμπουρου

 

Maststep = σκάτζα

 

Mole = μόλος, λιμενοβραχίονας

 

Moor = πρόσδεση, αγκυροβολώ, πλευρίζω, ρεμετζάρω

 

Mooring = πρόσδεση, πρυμνοδέτηση, αγκυροβολία

 

Mooringbuoy = σημαδούρα, τσαμαδούρα

 

Navigation = ναυτιλία

 

North = βορράς

 

Offshore = αρόδου

 

Outhaul = το σχοινί το οποίο δένεται στο πρυμνιό πορτούζι της μαΐστρας μέσω του οποίου τεντώνει η ποδιά

 

Peninsula = χερσόνησος

 

Pilot = πλοηγός

 

Piloting = πλοήγηση

 

Plank = πασαρέλα

 

Port = λιμάνι

 

Porthole = φιλιστρίνι

 

Portlight = παραφωτίδα

 

Position = θέσης, στίγμα

 

Propeller = προπέλα

 

Pulpit = μπαλκόνι πλώρης

 

Pushpit = μπαλκόνι πρύμης

 

Quarter = γοφός

 

Quay = κρηπίδωμα

 

Raft = σχεδία

 

Rampart = πεντένι

 

Reacher = είδος μπαλονιού (πανιού)

 

Reef = μούδα, μουδάρω, ξέρα, ύφαλος

 

Reefing = μουδάρισμα, σύστημα τυλίγματος και μουδαρίσματος των πανιών

Slabreefing = το συμβατικό σύστημα μουδαρίσματος της μαΐστρας με σειρές από 

τσαμαντάλια

In-boomreefing (furling) = το σύστημα μουδαρίσματος/τυλίγματος της

μαΐστρας στην μάτσα

In-mastreefing/furling = το σύστημα μουδαρίσματος/τυλίγματος της

μαΐστρας μέσα στο κατάρτι

 

Reefpoints = τσαμαντάλια

 

Rig = εξάρτηση, άρμενα, αρματώνω

 

Rigging = αρματωσιά, εξαρτισμός

 

Rip = αντιμάμαλο, πίτυλος

 

Roach = ‘’αετός’’, η καμπύλη επιφάνεια του πανιού η οποία εκτείνεται προς τα έξω σε μία νοητή γραμμή από την κορυφή μέχρι το clew της μαΐστρας

 

Roll = ράουλο

 

Roller = ράουλο

 

Rollerreefing = σύστημα τυλίγματος (μουδαρίσματος) των πανιών

 

Rubbingstrake = ‘’ζωνάρι’’

 

Rudder = πτερύγιο πηδαλίου

 

Runner = είδος μπαλονιού (πανιού)

 

Running = δευτερόπρυμα

 

Running backstays = βαρδάρια

 

Running stays = βαρδάρια

 

Sail = πανί, ιστίο, ιστιοφόρο πλοίο, ιστιοπλοΐα, ιστιοδρομώ

 

Sailer = ιστιοφόρο σκάφος

 

Sailing = ιστιοπλοΐα

 

Sailor = ναυτικός

 

Schooner = σκούνα, γολέτα, τύπος σκάφους με δύο άλμπουρα

 

Scupperholes = μπούνια

 

Shackle = ναυτικό κλειδί

 

Sheet = σκότα

 

Shove = αβαράρω, απωθώ, σπρώχνω

 

Shroud = ξάρτι

 

Mainshrouds = παταράτσα

 

Intermediateshrouds = μαγγιόρα                

 

Sideberthing = πλαγιοδέτηση

 

Sidestay = μαγγιόρο

 

Singlelinereefing = μουδάρισμα που γίνεται με το τράβηγμα ενός μόνο σχοινιού

 

Sinking = βύθισμα

 

Skipper = καπετάνιος, κυβερνήτης (μικρού σκάφους)

 

Slabreefing = το συμβατικό σύστημα μουδαρίσματος της μαΐστρας με σειρές από τσαμαντάλια

 

Slot = διάκενο (τούνελ) μεταξύ τζένοας και μαΐστρας, σχισμή, εγκοπή, χαραμάδα

 

Sloop = τύπος σκάφους με ένα κατάρτι

 

Snapshackle = ναυτικό κλειδί

 

South = νότος

 

Spinnaker = είδος πανιού ‘’μπαλόνι’’

 

Spinnakerboom = σπινακόξυλο, μπαλονόξυλο

 

Spinnakerboomcup = καμπάνα μπαλονόξυλου

 

Spinnakerpole = σπινακόξυλο, μπαλονόξυλο

 

Spinnakertube = κυλινδρικό εξάρτημα για το μάζεμα του μπαλονιού μέσα σε αυτόν.

 

Splicing = ματισιά

 

Sprayhood = μικρή τεντίτσα η οποία προφυλάσσει την είσοδο της φάλκας αλλά και μέρος του cockpit από το σπρέυ της θάλασσας

 

Spreader = σταυρόςιστού

 

Springs = λεντίες

 

Springlines = λεντίες

 

Squelch = ηχητικό παράσιτο

 

Squall = σπηλιάδα, μπουρίνι

 

Stanchion = κολωνάκι, ορθοστάτης

 

Stanchionslines = ρέλια

 

Staysail = βελαστράλι, ο δεύτερος (πίσω) φλόκος

 

Steer = τιμόνι

 

Steering wheel = τιμόνι (ρόδα)

 

Steersman = τιμονιέρης

 

Stern = πρύμηήπρύμνη

 

Stern lines = πρυμάτσες

 

Storm = Θύελλα

 

Storm jib = φλόκοςθυέλλης

 

Stranding = προσάραξη

 

Strob light = στροβοσκοπικόφως

 

Sunk = κοίλο φάτνωμα, βυθισμένος, φουνταρισμένος

 

Sunken = ύφαλος, βυθισμένος, φουνταρισμένος

 

Swell = αποθαλασσία

 

Tack = τακ, αναστροφή, ποδάρι

 

Takedown = κατεβάζω, μαϊνάρω

 

Tender = βοηθητικό σκάφος

 

Tensioner = εντατήρας

 

Telltales = τα ανεμούρια των πανιών, μαλάκια, νήματα

 

Tige = παλίρροια

 

Tiller = λαγουδέρα

 

Toerail = μπαστιχάγιο

 

Toggle = κοτσανέλο

 

Top = τζούντα

 

Toppinglift = μπαλατσίνι

 

Topsail = το επάνω (τριγωνικό) πανί πάνω από την μεγίστη σε παλιά κυρίως σκάφη

 

Towage = ρυμούλκηση, έξοδα ρυμούλκησης

 

Track = βαγονάκι (τζένοας)

 

Trainingrun = (πλεύση) δευτερόπριμα

 

Traveler = βαγονάκι (μαΐστρας)

 

Trimaran = τύπος σκάφους με τρία κήτη

 

Trim = διευθετώ τα πανιά ανάλογα με τον άνεμο ώστε να παραχθεί η μεγαλύτερη δυνατή δύναμη πρόωσης (σε πλοία ή αεροσκάφη : κατανέμω φορτίο ή επιβάτες ώστε να επιτυγχάνεται ισορροπία)

 

Trimming = ρύθμιση πανιών ιστιοφόρου, σωστή κατανομή του φορτίου

 

Troeband = κάβος

 

Trysail = μαΐστρα θυέλλης

 

Turnbukles = εντατήρας συρματόσχοινων

 

Turningblocks = ράουλα που αλλάζουν την γωνία που καλούν τα σχοινιά. Συνήθως αποτελούν συστάδα τροχαλιών ασφαλισμένη πάνω στο σκάφος και οδηγούν τα σχοινιά των χειριστηρίων των πανιών στα φρένα

 

Twist = η μεταβολή της γωνίας που πέφτει ο άνεμος επάνω στον αετό του πανιού από την ποδιά μέχρι την κορυφή του.

 

Underwaterparts = ύφαλα

 

Uphaul = σχοινί ή παλάγκο που χρησιμοποιούμε για να σηκώσουμε αντενοκάταρτα όπως π.χ. το σπινακόξυλο, το μαντάρι του σπινακόξυλου

 

Upwash = η αλλαγή της διεύθυνσης του ανέμου λίγο πριν συναντήσει τα πανιά

 

Upwind = όρτσα

 

Variation = απόκλιση

 

Vessel = σκάφος

 

Warp = κάβος, στημόνι, τόνος, καρλίνι, πετσικάρισμα, στρέβλωση

 

Waterline = ίσαλος γραμμή

 

Weather = καιρός,

 

Weathercock = ανεμοδείκτης

 

Weathervane = ανεμοδείκτης

 

West = δύση

 

Whalebone = μπανέλα

 

Whipping = φίμωμα

 

whirlwind = ανεμοστρόβιλος, σίφουνας

 

Winch = βιντζιρέλο, εργάτης

 

Winchhandle = μανέλα

 

Wind = άνεμος

 

Windgauge = ανεμόμετρο

 

Windex = όργανο που δείχνει τον Φαινόμενο Άνεμο του σκάφους (συνήθως στην κορυφή του άλμπουρου)

 

Windgauge = ανεμόμετρο

 

Windlass = εργάτης άγκυρας

 

Windsleeve = ανεμούριο

 

Wind-vane = (περιστροφικός) ανεμοδείκτης

 

Windward = προσήνεμος, σοφράνο πλευρά, ορτσαρισμένος

 

Yacht = θαλαμηγός, κότερο

 

Yawl = τύπος σκάφους με δύο άλμπουρα